φιλοχρήματος

φιλοχρήματος
η , ο [ος , ον ] корыстолюбивый, жадный к деньгам

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "φιλοχρήματος" в других словарях:

  • φιλοχρήματος — loving money masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχρήματος — η, ο / φιλοχρήματος, ον, ΝΜΑ αυτός που αγαπά πάρα πολύ το χρήμα, φιλάργυρος, παραδόπιστος αρχ. το ουδ. ως ουσ. τὸ φιλοχρήματον η φιλοχρηματία. επίρρ... φιλοχρημάτως Α 1. με φιλοχρηματία 2. φρ. «φιλοχρημάτως ἔχω» είμαι φιλοχρήματος (Ισοκρ.).… …   Dictionary of Greek

  • φιλοχρήματος — η, ο αυτός που αγαπάει το χρήμα, φιλοκερδής, άπληστος, παραδόπιστος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • φιλοχρηματώτερον — φιλοχρήματος loving money masc acc comp sg φιλοχρήματος loving money neut nom/voc/acc comp sg φιλοχρήματος loving money adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχρηματώτατον — φιλοχρήματος loving money masc acc superl sg φιλοχρήματος loving money neut nom/voc/acc superl sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχρημάτω — φιλοχρήματος loving money masc/fem/neut nom/voc/acc dual φιλοχρήματος loving money masc/fem/neut gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχρημάτως — φιλοχρήματος loving money adverbial φιλοχρήματος loving money masc/fem acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχρήματον — φιλοχρήματος loving money masc/fem acc sg φιλοχρήματος loving money neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχρηματώτατε — φιλοχρήματος loving money masc voc superl sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχρηματώτατοι — φιλοχρήματος loving money masc nom/voc superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλοχρηματώτατος — φιλοχρήματος loving money masc nom superl sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»